Σε μια σκηνή μιας ταινίας της οποίας ο τίτλος δεν έχει καμία σημασία, ένα κοριτσάκι βάζει τα χέρια του μπροστά στα μάτια του, ως αντίδραση στην ανακοίνωση ενός οικοδόμου στην τηλεόραση, που προειδοποιεί ότι θα ανατινάξει ένα παλιό σπίτι, το οποίο δεν είναι πλέον κατοικίσημο λόγω μίας επιδρομής τερμιτών. Το κοριτσάκι, βέβαια, φοβάται λίγο, αλλά παράλληλα ανοίγει τα δάχτυλά του, ώστε να ρίξει μερικές κλεφτές ματιές στο επικείμενο boom!
Αν μπορούσα να διαλέξω ποια γυναίκα θα ήθελα να έχω συνοδηγό στο αυτοκίνητο, μία τέτοια θα διάλεγα... Μία που να κλείνει με αυτό τον αυθόρμητο, παιδικό, ελαφρώς αστείο και πέρα για πέρα ανόητο τρόπο τα μάτια της, κάθε φορά που θα κοντεύω να τρακάρω με τον μπροστινό μου.
"Μα γιατί;", θα ρώταγα αν διάβαζα αυτές τις γραμμές χωρίς να τις έχω γράψει κιόλας...
Γιατί, άμέσως μόλις ΔΕΝ θα άκουγε ήχο σύγκρουσης, θα άνοιγε ελαφρώς τα δάχτυλά της με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: για να βεβαιωθεί ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί, ή κάτι τέτοιο. Και εγώ χαμογελώντας θα έβλεπα τα μάτια της να με κοιτούν. Αν είχατε δει και εσείς αυτά τα μάτια, και αυτό το χαμόγελο που ανταπέδιδε, δαγκώνοντας αμήχανα τη γλώσσα της, δε θα αναρωτιόσασταν "μα γιατί;".
Το ερώτημα είναι άλλο: εγώ, γιατί το θυμήθηκα τώρα αυτό και, κυρίως, για ποιο λόγο κάθομαι και το γράφω;